ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ (1)
Κάθε που πλησιάζει το καλοκαίρι έρχονται πολλοί συμπατριώτες μας να δηλώσουν ημερομηνίες για τη βάπτιση του παιδιού τους ή το γάμο τους! Κι εκεί αρχίζουν… τα προβλήματα! Δυστυχώς, πολλοί εξ αυτών, δεν γνωρίζουν τι ακριβώς είναι το μυστήριο, που επιθυμούν να τελέσει ο Ιερέας, τι προβλέπεται από την τάξη της Εκκλησίας μας κι άλλα σχετικά, που «δυσκολεύουν»τη σχέση μας μαζί τους! Κυρίως, αν από πριν, χωρίςνα γνωρίζουν σωστά, χωρίς καν να ρωτήσουν τον Ιερέα, «τάζουν» ή «υπόσχονται» ή σχεδιάζουν ή προετοιμάζουν από μήνες ήδη νωρίτερα και…. προκαλούν σε μας -κι εμείς ίσως σ’εκείνους μετά- στενοχώρια και προβλήματα!

Σκέφτηκα, ως μια προσπάθεια ενημερώσεως των αδελφών μας, αλλά και καλόπιστου διαλόγου, να δημοσιεύσω μερικά τέτοια «σημειώματα» για όσους καλοπροαίρετα πάντοτε, επιθυμούν να γνωρίσουν όσα η Εκκλησία μας πιστεύει και εντέλλεται!
Αρχίζουμε με τα του βαπτίσματος.
Ποιος θα διαλέξει τον νονό/ανάδοχο;
Ο Επίσκοπος! Ο Επίσκοπος από τα πρώτα χριστιανικά χρόνια είχε την ευθύνη της κατηχήσεως του ενηλίκου, που ζητούσε να βαπτιστεί. Καθόσον αυξάνονταν οι χριστιανοί ανέθεσε στους Ιερείς την κατήχηση (τη διδασκαλία της πίστεως) κι όταν πια έγιναν πολλοί περισσότεροι, ο Επίσκοπος ή ο Ιερέας ανέθεσε και εμπιστεύτηκε τη δική του ευθύνη, το δικό του έργο στον ένα(1) ανάδοχο (νονό)! Ο ανάδοχος, δηλαδή, είναι ο εκπρόσωπος, ο εντολοδόχος, ο πληρεξούσιος του Επισκόπου ή Πρεσβυτέρου, με ειδική εντολή να αναπληρώσει τον Ποιμένα στο συγκεκριμένο έργο της Κατηχήσεως, της κατά Χριστόν μορφώσεως, δηλαδή, του Χριστιανού που βαπτίζεται!
Αυτά και άλλα πολύ χρήσιμα, τα οποία δυστυχώς δεν γνωρίζουν οι περισσότεροι Χριστιανοί, γράψει ο μακαριστός Αρχιμ. π.Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος στο βιβλίο του «Προγαμιαίαι σχέσεις, πολιτικός γάμος, αμβλώσεις», 1986.
Κάντε τον κόπο να διαβάσετε και λίγα παρακάτω, για να καταλάβετε πόσο έχουμε απομακρυνθεί σήμερα από τα κριτήρια επιλογής των νονών των παιδιών μας! Τουλάχιστον να γνωρίζετε τι ΠΡΕΠΕΙ να γίνει… Γιατί αν δούμε το τι ακριβώς σήμερα γίνεται….
Έχει λοιπόν δικαίωμα ο Ποιμένας της Εκκλησίας να απαιτήσει ως πληρεξούσιό του πρόσωπο και της δικής του αποδοχής. Αν αποτύχει στην κρίση του και παραμεληθεί το έργο της Κατηχήσεως ή εκτελεσθεί πλημμελώς, έχει κι αυτός μεγάλη την ευθύνη! Θα διακινδυνεύσει κι αυτή ακόμη τη σωτηρία της ψυχής του, αφού κατά την Αγία Γραφή «επικατάρατος ο ποιών τα έργα του Κυρίου αμελώς» (Ιερ. 31,10). Εννοείται ότι και οι γονείς έχουν λόγο για το πρόσωπο του αναδόχου και γνωρίζουμε ότι οι γονείς σήμερα ορίζουν τον ανάδοχο. Εξυπακούεται, όμως, ότι υπάρχει γι’ αυτό και η σιωπηρή συγκατάθεση του Επισκόπου και του Ιερέως, ότι κατά κάποιο τρόπο, έχει παραχωρήσει στους γονείς την άδεια να βρίσκουν αυτοί μόνοι τους τον υποψήφιο αντιπρόσωπό του και πληρεξούσιό του στο έργο της κατηχήσεως του νηπίου. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Ιερέας αποξενώνεται από το δικαίωμά του να δέχεται ως ανάδοχον / αντιπρόσωπό του οποιονδήποτε θέλουν οι γονείς, ακόμη κι αν δεν έχει ούτε τις στοιχειώδεις προϋποθέσεις για το έργο του. Έχει απόλυτο δικαίωμα να πει ο Ποιμένας στους γονείς: «Κύριοι, δεν αναθέτω την εκπροσώπησή μου, δεν εμπιστεύομαι το έργο μου, για το οποίο έχω βαρύτατες και απροσμέτρητες ευθύνες ενώπιον του Θεού, στον πρώτο τυχόντα, επειδή απλώς η ταυτότητά του τον εμφανίζει ως «χριστιανό ορθόδοξο». Αυτόν δεν τον δέχομαι, επειδή είναι βλάσφημος. Εκείνον δεν τον δέχομαι διότι είναι μέθυσος. Τον άλλο δεν τον δέχομαι, διότι ετέλεσε πολιτικό γάμο και έτσι αρνήθηκε έμπρακτα ένα από τα Μυστήρια της Εκκλησίας. Τον πέμπτο δεν τον δέχομαι, διότι έχει «μαύρα μεσάνυχτα» στα της Ορθοδόξου Πίστεως. Τον έκτο δεν τον δέχομαι, διότι είναι αθυρόστομος και αισχρολόγος κ.λ.π. Αδυνατώ να εμπιστευθώ σ’ αυτούς την αναπλήρωσή μου στο έργο της διδασκαλίας των Ορθοδόξων Δογμάτων και της Ορθοδόξου Ηθικής. Αυτοί θα «κατηχήσουν»!!!, αλλ’ εγώ θα δώσω λόγο στο Θεό για την «κατήχησή» τους! Γι’ αυτό αξιώ να μου φέρετε ως ανάδοχο πρόσωπο, που να εμπνέει εμπιστοσύνη όχι μόνο σε σας, αλλά και σε μένα. Αναγνωρίζω ότι και σεις έχετε λόγο στην επιλογή του αναδόχου, αφού σ’ αυτόν θα εμπιστευθείτε μέρος της πνευματικής καθοδηγήσεως του τέκνου σας. Αλλ’ έχω κι εγώ λόγο και μάλιστα ισχυρότατο, αφού σ’ αυτόν θ’ αναθέσω το μέγιστο μέρος των δικών μου έναντι του νηπίου καθηκόντων. Γι’ αυτό πρέπει ο ανάδοχος να είναι πρόσωπο κοινής αποδοχής, κοινής εμπιστοσύνης. Δεν είναι ο ανάδοχος μάρτυρας σε κάποιο συμβόλαιο αγοραπωλησίας, ώστε να είναι αποκλειστικά δική σας υπόθεση η προτίμηση αυτού ή εκείνου του προσώπου. Ο ανάδοχος είναι και δικός μου αντιπρόσωπος, δικός μου αναπληρωτής, δικός μου εντολοδόχος, δικός μου πληρεξούσιος, δικός μου συνεργάτης. Και είναι βεβαίως αδιανόητο, να μην έχω λόγο για το πρόσωπο του πληρεξουσίου και συνεργού μου!… Δε ζητώ, δε διανοούμαι να ζητήσω, συγκεκριμένο πρόσωπο. Ζητώ απλώς πρόσωπο που να ζει συνειδητώς εν Χριστώ, που να είναι ζωντανό μέλος του Σώματός Του. Σεις εκλέξατέ τον ελεύθερα. Εγώ αρκούμαι σε ό,τι ορίζει απ’ αρχαιοτάτων χρόνων η Εκκλησία για τις προϋποθέσεις του αναδόχου… (Αρχιμ. π. Επιφανίου Θεοδωροπούλου (+), «Προγαμιαίαι σχέσεις, πολιτικός γάμος, αμβλώσεις», 1986).
Αλλά, θα συνεχίσουμε στο επόμενο σημείωμα! πΚ