Σχόλιο στόν Μεγάλο Κανόνα…

08.jpg

 Μετάνοια, ἡ θύρα τοῦ Παραδείσου!

Φθάσαμε στό λειτουργικό ἀποκορύφωμα τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Τήν Ε’ ἑβδομάδα τῶν Νηστειῶν, πού διανύουμε, οἱ ἀκολουθίες γίνονται μακρότερες καί ἐκλεκτότερες. Σ’ ὅσα καθημερινά τελοῦνται προστίθενται δύο ἐκτενέστερες ἀκολουθίες. Τοῦ Μεγάλου Κανόνος, σήμερα καί τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου,  τήν ἐρχόμενη Παρασκευή.

Καί διάλεξαν σοφά καί μέ διάκριση, ὅπως πάντοτε ἐξάλλου, οἱ ἅγιοι Πατέρες μας αὐτή τήν ἑβδομάδα, γιά νά μᾶς ξεκουράσουν λίγο τήν ἑπόμενη, τή λεγόμενη καί «κουφή», ὥστε νά βαστάξουμε προθύμως τόν κόπο τῶν ἰδιαιτέρως πυκνῶν καί μακρῶν ἀκολουθιῶν τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Ἑβδομάδας, πού σέ λίγο ἀνατέλλει…

Σέ λίγη ὥρα, οἱ εὐσεβεῖς ὀρθόδοξοι χριστιανοί θά βρεθοῦν στούς Ναούς γιά ν’ἀπολαύσουν τό Μεγάλο Κανόνα, μιά συλλογή μέ 250 ὑπέροχους ὕμνους, πού ἔχουν ὡς κεντρικό νόημα τή Μετάνοια.

Ὁ μέγας Κανών ψάλλεται τμηματικά στά τέσσερα πρῶτα ἀπόδειπνα τῆς Τεσσαρακοστῆς καί ὁλόκληρος στόν Ὄρθρο τῆς Πέμπτης ἤ στό ἀποψινό μικρό ἀπόδειπνο, στούς ἐνοριακούς Ναούς, γιά νά μπορέσουν περισσότεροι πιστοί νά τόν παρακολουθήσουν καί νά ὠφεληθοῦν ἀπό τά νοήματά του.

Συγγραφέας αὐτοῦ τοῦ Κανόνα εἶναι ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Ἱεροσολυμίτης. Ἦταν Μοναχός τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Σάββα. Χρημάτισε Γραμματέας τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων, συμμετεῖχε στήν ΣΤ’ Οἰκουμενική Σύνοδο τό 680 μ.Χ. καί ἀφοῦ ἐξελίχθηκε στά διάφορα ἐκκλησιαστικά ἀξιώματα ἐκλέχθηκε Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης. Συνέγραψε πολλούς κανόνες καί διάφορα συγγράμματα. Τό σπουδαιότερο ὑμνογραφικό του ἔργο, τό ὁποῖο θεωρεῖται καί τό τελευταῖο τῆς ζωῆς του, εἶναι ὁ Μέγας Κανών. Πέθανε γύρω στό 740 μ.Χ. στή Λέσβο, εἴτε ἐπιστρέφοντας ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη, εἶτε ὡς ἐξόριστος ἐκεῖ, μιά καί ἦταν ὑποστηρικτής τῶν ἱερῶν εἰκόνων.

Γιά τό περιεχόμενο τοῦ Μεγάλου Κανόνος, γράφει ὁ Καθηγητής κ.Ἰωάννης  Φουντούλης:  «Δέν  εἶναι  τίποτε  ἄλλο  ὁ  Μέγας  Κανών, παρά ἕνα κύκνειο ἆσμα, ἕνας θρῆνος προθανάτιος, ἕνας μακρός θρηνητικός μονόλογος. Ὁ ποιητής βρίσκεται στό τέλος τῆς ζωῆς του. Αἰσθάνεται ὅτι οἱ ἡμέρες του εἶναι πιά λίγες, ὁ βίος του ἔχει περάσει. Ἀναλογίζεται τό θάνατο καί τήν κρίση τοῦ δίκαιου κριτῆ, πού τόν ἀναμένει. Καί ἔρχεται νά κάνει μιά ἀναδρομή, μιά ἀνασκόπηση τοῦ πνευματικοῦ κόσμου. Κάθεται νά συζητήσει μέ τήν ψυχή του. Ὁ ἀπολογισμός ὅμως δέν εἶναι ἐνθαρρυντικός. Ὁ βαρύς κλοιός τῆς ἁμαρτίας τόν συμπνίγει. Ἡ συνείδηση τόν ἐλέγχει. Καί ὁ ποιητής θρηνεῖ διαρκῶς γιά τήν ἄβυσσο τῶν κακῶν του πράξεων.

 Στό θρῆνο αὐτό συμπλέκεται ἡ ἀναδρομή στήν Ἁγία Γραφή. Αὐτό κυρίως δίνει τή μεγάλη ἔκταση στό ποίημα. Ὁ σύνδεσμος ὅμως τοῦ θρήνου μέ τή Γραφή εἶναι πολύ φυσικός. Ὡς ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ ὁ ποιητής ἀνοίγει τό βιβλίο τοῦ Θεοῦ γιά νά ἀξιολογήσει τά πεπραγμένα του. Ἐξετάζει ἕνα πρός ἕνα τά παραδείγματα τοῦ ἱεροῦ βιβλίου. Τό ἀποτέλεσμα τῆς συγκρίσεως εἶναι κάθε φορά τρομερό καί αἰτία θρήνων. Ἔχει μιμηθεῖ ὅλες τίς κακές πράξεις ὅλων τῶν ἡρώων τῆς ἱερᾶς ἱστορίας, ὄχι ὅμως καί τίς καλές πράξεις τῶν ἁγίων. Δέν τοῦ μένει παρά ἡ μετάνοια, ἡ συντριβή καί ἡ καταφυγή στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ.

 Κι ἐδῶ ἀνοίγει ἡ αἰσιόδοξη προοπτική τοῦ ποιητῆ. Βρῆκε τή θύρα τοῦ Παραδείσου, τή μετάνοια. Καρπούς μετανοίας δέν ἔχει νά παρουσιάσει. Προσφέρει ὅμως στό Θεό τήν συντετριμμένη του καρδιά καί τήν πνευματική του φτώχεια. Τά βιβλικά παραδείγματα τοῦ Δαβίδ, τοῦ τελώνη, τῆς πόρνης καί τοῦ ληστῆ τόν ἐνθαρρύνουν. Ὁ κριτής θά εὐσπλαγχνισθεῖ καί αὐτόν, πού ἁμάρτησε πιό πολύ ἀπ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους».

 Μήπως κι ἐμεῖς δέ βρισκόμαστε στήν ἴδια θέση μέ τόν ἅγιο Ἀνδρέα; Μήπως κι ἐμεῖς, κάθε ὥρα, κάθε στιγμή δέ βρισκόμαστε μπροστά στό θάνατο, μπροστά στό τέλος τῆς ζωῆς μας; Ἐμεῖς ἀναλογιζόμαστε πράγματι τά τελευταῖα μας; Σκεφτόμαστε πῶς θά βρεθοῦμε τήν ὥρα τῆς ἐξόδου μας ἀπ’αὐτή τή ζωή γιά τήν ἄλλη; Γιατί εἶπε ὁ Κύριος, «ἐκεῖ πού θά σέ βρῶ, ἐκεῖ καί θά σέ κρίνω»!

Ὤ καί νά εἴχαμε κάνει βίωμα ὅλοι μας, τή μνήμη τοῦ θανάτου! «Νά θυμᾶσαι τό θάνατό σου καί δέ θ’ἁμαρτήσεις ποτέ», λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος.  Ποιός  θά  εἶναι  ὁ  δικός  μας  ἀπολογισμός,  ὅταν θά βρεθοῦμε, τή φοβερή ἐκείνη ὥρα, μπροστά στό βῆμα τοῦ ἀδέκαστου Κριτῆ; Δέν εἶναι οἱ πράξεις μας πού θά μᾶς σώσουν! Γιατί, δέν ποιήσαμε τίποτε καλό πάνω στή γῆ, γράφει στή λειτουργία του ὁ Μέγας Βασίλειος. Ἀλλά ἔχουμε τό θάρρος μας στό ἔλεος καί τή μεγάλη ἀγάπη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐκείνου πού ἔδωσε τόν ἑαυτό του λύτρο, γιά τίς δικές μας ἁμαρτίες.

Ἐλᾶτε, λοιπόν, ἀδελφοί! Ἄς πετάξουμε ἀπό πάνω μας τό λερωμένο χιτώνα τῆς ἁμαρτίας! Ἄς ἀφήσουμε τόν παλιό μας ἑαυτό μέ τά πάθη του, τίς κακίες, τίς ἁμαρτωλές συνήθειές του κι ἄς ἀρχίσουμε μιά καινούρια ζωή! Ἄς κάνουμε μιά συμφωνία μέ τό Θεό γιά μιά νέα ζωή! Νά ζοῦμε πιά σύμφωνα μέ τίς ἐντολές Του, σύμφωνα μέ τό θέλημά Του! » Ἄς ἀγαπήσουμε μόνο Αὐτόν καί τίποτε ἄλλο ἐκτός ἀπό Αὐτόν» (ἅγιος Μακάριος).

Εἶναι πολλοί οἱ δρόμοι τῆς μετανοίας, ἀδελφοί! Ἡ πρώτη ὁδός εἶναι ἡ ὁμολογία τῶν ἁμαρτιῶν μας. Καταδικάζεις μόνος σου τόν ἑαυτό σου καί ὁ Θεός σέ ἀπαλλάσσει ἀπό τό βάρος τῆς ἁμαρτίας. Δεύτερη ὁδός εἶναι τό πένθος γιά τίς ἁμαρτίες σου. Πένθησε καί ἐξαλείφεις τήν ἁμαρτία! Τρίτη ὁδός, ἡ ταπεινοφροσύνη.  Ξεχώρισε τόν ἑαυτό σου, ὡς τόν πιό ἁμαρτωλό ἄνθρωπο στή γῆ καί ἐξάλειψες τό πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν! Τέταρτη ὁδός Μετανοίας, ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ βασίλισσα τῶν ἀρετῶν, πού σέ ἀνεβάζει ἀμέσως στίς ἁψίδες τῶν οὐρανῶν. » Ἔχεις μιά πεντάρα;Ἀγόρασε τόν οὐρανό! Ὄχι γιατί εἶναι φτηνός ὁ οὐρανός ἀλλ’ ἐπειδή εἶναι φιλάνθρωπος ὁ Κύριος! Δῶσε ἔνα ποτῆρι κρύο νερό, δῶσε ψωμί καί πάρε Παράδεισο… Δῶσε μικρά καί πάρε μεγάλα… Δῶσε θνητά καί πάρε ἀθάνατα… Δῶσε φθαρτά καί πάρε ἄφθαρτα…Γιατί ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι τό λύτρο πού ἐλευθερώνει τήν ψυχή»! Πέμπτη ὁδός Μετανοίας, ἡ προσευχή. Νά προσεύχεσαι κάθε ὥρα, μέ ἐπιμονή καί νά εἶσαι σίγουρος ὅτι δέ θά σέ ἀποστραφεῖ  ὁ Κύριος καί θά συγχωρήσει τίς ἁμαρτίες σου! Ἕκτη ὁδός, τά δάκρυα. Μικρό κόπο θέλει ἀπό σένα καί Ἐκεῖνος δίνει τά μεγάλα. Χύσε δάκρυα καί ὁ Χριστός σοῦ δίνει τή συγχώρεση.

» Ἐγγίζει ψυχή τό τέλος, ἐγγίζει καί οὐ φροντίζεις, οὐχ ἑτοιμάζῃ· ὁ καιρός συντέμνει, διανάστηθι· ἐγγύς ἐπί θύραις ὁ Κριτής ἐστιν· ὡς ὄναρ, ὡς ἄνθος ὁ χρόνος τοῦ βίου τρέχει· τί  μάτην ταραττόμεθα»;

+Ἀρχιμ. Καλλίνικος Μαυρολέων

Σχόλια στό ραδιοφωνικό σταθμό τῆς «Πειραϊκῆς Ἐκκλησίας».

 12.4.2000

 

This entry was posted in Εκκλησιαστικά, Σχόλια στην επικαιρότητα, Ψυχωφελή, Uncategorized. Bookmark the permalink.

Σχολιάστε